Θηλυκός στα ρουμανικά
Μετάφραση: θηλυκός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
femeie, feminin, sex feminin, de sex feminin, femei
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θηλυκός
θηλυκός σκύλος, θηλυκός ιαβέρης, θηλυκός αχινός, θηλυκός δημήτρης, θηλυκός γάιδαρος, θηλυκός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, θηλυκός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- θηλαστικός στα ρουμανικά - mamifer, mamifere, de mamifere, de mamifer, la mamifere
- θηλιά στα ρουμανικά - laț, ștreang, nod, pirostrii, face un laț la
- θηλυπρεπής στα ρουμανικά - afemeiat, efeminat, efeminați, effeminate, efeminată
- θημωνιά στα ρουμανικά - grămadă, stivă, stack, stiva, teanc
Τυχαίες λέξεις
Θηλυκός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: femeie, feminin, sex feminin, de sex feminin, femei
Μεταφράσεις: femeie, feminin, sex feminin, de sex feminin, femei