Θηλυκός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: θηλυκός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
feltro, fêmea, feminino, mulher, feminina, sexo feminino
Θηλυκός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θηλυκός

θηλυκός σκύλος, θηλυκός ιαβέρης, θηλυκός αχινός, θηλυκός δημήτρης, θηλυκός γάιδαρος, θηλυκός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θηλυκός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • θηλαστικός στα πορτογαλικά - mamíferos, de mamíferos, mamífero, mamífera, dos mamíferos
  • θηλιά στα πορτογαλικά - assomar, tear, laço, armadilha, soga, corda, noose
  • θηλυπρεπής στα πορτογαλικά - efeminado, afeminado, efeminados, efeminada, afeminada
  • θημωνιά στα πορτογαλικά - pilha, pilha de, de pilha, da pilha, a pilha
Τυχαίες λέξεις
Θηλυκός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: feltro, fêmea, feminino, mulher, feminina, sexo feminino