Κλινικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κλινικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
клінічны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλινικός
κλινικός παθολογοανατόμος, κλινικός διαιτολόγος, κλινικός φαρμακοποιός, κλινικός υποθυρεοειδισμός, κλινικόσ καθηγητήσ, κλινικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κλινικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κλιμακώνομαι στα λευκορωσικά - абвастраецца
- κλινική στα λευκορωσικά - клініка
- κλινοσκεπάσματα στα λευκορωσικά - пасцельныя, пасьцельныя, пасцельнае
- κλονισμός στα λευκορωσικά - страсенне, сатрасеньне, скалынанне, страсеньне, сатрасенне
Τυχαίες λέξεις
Κλινικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: клінічны
Μεταφράσεις: клінічны