Νοιάζομαι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: νοιάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
матерыя, сыход, догляд, адыход
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοιάζομαι
νοιάζομαι ιωσήφ, νοιάζομαι για την υγεία μου, νοιάζομαι συνωνυμα, νοιάζομαι λεξικό, νοιάζομαι μοιράζομαι, νοιάζομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, νοιάζομαι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- νοητός στα λευκορωσικά - мажлівы
- νοθεύω στα λευκορωσικά - усложняем
- νοικάρης στα λευκορωσικά - пастаялец, постоялец, госць, версіяй пастаялец, Пастаялец Пастаялец
- νοικιάζω στα λευκορωσικά - арэнда, Аренда
Τυχαίες λέξεις
Νοιάζομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: матерыя, сыход, догляд, адыход
Μεταφράσεις: матерыя, сыход, догляд, адыход