Ντροπαλός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ντροπαλός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сарамлівы, сціплы, сарамяжлівы, сарамлівай, нясмелы
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντροπαλός
είναι ντροπαλός, ντροπαλός ελευσίνας, ντροπαλός συνώνυμα, ντροπαλός άντρας, είμαι ντροπαλός, ντροπαλός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ντροπαλός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ντους στα λευκορωσικά - душ, душаў, душы
- ντροπή στα λευκορωσικά - ганьба, ганьбу, сорам, позор
- ντροπαλότητα στα λευκορωσικά - сарамлівасць
- ντόμπρος στα λευκορωσικά - адкрыты, адкрытая, шчырая, адкрытую, шчырую
Τυχαίες λέξεις
Ντροπαλός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сарамлівы, сціплы, сарамяжлівы, сарамлівай, нясмелы
Μεταφράσεις: сарамлівы, сціплы, сарамяжлівы, сарамлівай, нясмелы