Νωπός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: νωπός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
новы, мочаны, свежы, свежае, слабы, умераны, лёгкі
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νωπός
νωπόσ αέρασ, νωπός λεξικό, νωπός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, νωπός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- νωθρός στα λευκορωσικά - ўбогі, убогі, бядак, нікчэмны, той нікчэмны
- νωθρότητα στα λευκορωσικά - гультай, гультаю, лянівец, лянівы
- νωρίς στα λευκορωσικά - рана, раней, рано
- νωχελής στα λευκορωσικά - лянівы, гультаяваты, гультай, лянотны, гультай тым
Τυχαίες λέξεις
Νωπός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: новы, мочаны, свежы, свежае, слабы, умераны, лёгкі
Μεταφράσεις: новы, мочаны, свежы, свежае, слабы, умераны, лёгкі