Παπούτσι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: παπούτσι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
чаравiк, абутковай, абутковы, обувной
Παπούτσι στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παπούτσι

παπούτσι στο όνειρο, παπούτσι γάμου, παπούτσι για τρέξιμο, παπούτσι ονειροκρίτης, παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο, παπούτσι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, παπούτσι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • παπαρούνα στα λευκορωσικά - мак
  • παπικός στα λευκορωσικά - папскі, Папская, Папскую, Папскай, выніковы
  • παπούτσια στα λευκορωσικά - абутак, обувь
  • παππούς στα λευκορωσικά - дзядуля, дзед, Дед
Τυχαίες λέξεις
Παπούτσι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: чаравiк, абутковай, абутковы, обувной