Παπούτσι στα λιθουανικά
Μετάφραση: παπούτσι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
batas, Batų, avalynės, Shoe, trinkelės
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παπούτσι
παπούτσι στο όνειρο, παπούτσι γάμου, παπούτσι για τρέξιμο, παπούτσι ονειροκρίτης, παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο, παπούτσι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παπούτσι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παπαρούνα στα λιθουανικά - aguona, aguonų, aguonos, poppy
- παπικός στα λιθουανικά - popiežiaus, popiežius, popiežių, papal, pontifikato
- παπούτσια στα λιθουανικά - avalynė, Batai, Shoes, batus, batų
- παππούς στα λιθουανικά - senelis, senelio, seneliui, senelį, grandfather
Τυχαίες λέξεις
Παπούτσι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: batas, Batų, avalynės, Shoe, trinkelės
Μεταφράσεις: batas, Batų, avalynės, Shoe, trinkelės