Φαρμακείο στα λευκορωσικά

Μετάφραση: φαρμακείο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аптэка, аптека
Φαρμακείο στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φαρμακείο

φαρμακείο μπακάκος, φαρμακείο online λαμια, φαρμακείο πάτρα, φαρμακείο online, φαρμακείο της φύσης, φαρμακείο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, φαρμακείο στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • φαρδαίνω στα λευκορωσικά - выпускаць, выдаваць
  • φαρδύς στα λευκορωσικά - шыпокi, вялiкi, шырокі, шырокае
  • φαρμακερός στα λευκορωσικά - venomed
  • φαρμακευτικός στα λευκορωσικά - фармацэўтычная
Τυχαίες λέξεις
Φαρμακείο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: аптэка, аптека