Φορτώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: φορτώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нагрузка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φορτώνω
χρόνια φορτώνω, φορτώνω slang, συνωνυμα φορτώνω, φορτώνω συνώνυμα, φορτώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, φορτώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- φορτηγό στα λευκορωσικά - грузавік
- φορτικός στα λευκορωσικά - назойлівы, настырны, надакучлівы
- φορώ στα λευκορωσικά - насiць, прынасiць, адзеньне, насіць, мець
- φουγάρο στα λευκορωσικά - дымавая, дымовая
Τυχαίες λέξεις
Φορτώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: нагрузка
Μεταφράσεις: нагрузка