Φρικιαστικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: φρικιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
жахлівы, жудасны, вусцішны, раптам жудасны, страшны
Φρικιαστικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φρικιαστικός

φρικιαστικόσ τραυματισμόσ τερματοφύλακα στην ελβετία, φρικιαστικός τραυματισμός σε αγώνα της χιλής (vid), φρικιαστικός θάνατος σε ασανσέρ εταιρείας στο κέντρο της αθήνας, φρικιαστικόσ άγνωστοσ οργανισμόσ «ξεφύτρωσε» σε αυλή έπειτα από χτύπημα κεραυνού, φρικιαστικός τραυματισμός σε αγώνα της χιλής, φρικιαστικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, φρικιαστικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • φρεσκάδα στα λευκορωσικά - свежасць, свяжосць, сьвежасьць, свежесть, свежасцю
  • φρεσκάρω στα λευκορωσικά - абнаўленне
  • φρικιό στα λευκορωσικά - вырадак, урод, вырадкі, пачвара
  • φρικτός στα λευκορωσικά - жудасны, жахлівы, ужасный, страшэнны, страшны
Τυχαίες λέξεις
Φρικιαστικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: жахлівы, жудасны, вусцішны, раптам жудасны, страшны