Φρικιαστικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: φρικιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вигартування, гарт, охолодження, загартування, страхітливий, жахливий, жахаючий, страхаючий, страхітливу
Φρικιαστικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φρικιαστικός

φρικιαστικόσ τραυματισμόσ τερματοφύλακα στην ελβετία, φρικιαστικός τραυματισμός σε αγώνα της χιλής (vid), φρικιαστικός θάνατος σε ασανσέρ εταιρείας στο κέντρο της αθήνας, φρικιαστικόσ άγνωστοσ οργανισμόσ «ξεφύτρωσε» σε αυλή έπειτα από χτύπημα κεραυνού, φρικιαστικός τραυματισμός σε αγώνα της χιλής, φρικιαστικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, φρικιαστικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • φρεσκάδα στα ουκρανικά - бадьорість, свіжість, свіжості
  • φρεσκάρω στα ουκρανικά - свіжіти, освіження, освіжати, оновлення, поновлення, відновлення
  • φρικιό στα ουκρανικά - примха, урод, виродок, потвора
  • φρικτός στα ουκρανικά - жахливий, страшний, жахлива, найжахливіший
Τυχαίες λέξεις
Φρικιαστικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вигартування, гарт, охолодження, загартування, страхітливий, жахливий, жахаючий, страхаючий, страхітливу