Ψεκάζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ψεκάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
распыляць
Ψεκάζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ψεκάζω

ψεκάζω συνώνυμα, ψεκάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ψεκάζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ψείρα στα λευκορωσικά - вош, блыха
  • ψεγάδι στα λευκορωσικά - пляма, пляму
  • ψελλίζω στα λευκορωσικά - лопат, лепет, жаласныя, балбатню, мармытаньне
  • ψευδής στα λευκορωσικά - ілжывы, лжывы, непраўдзівы, памылковы, няправільны
Τυχαίες λέξεις
Ψεκάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: распыляць