Ωφέλιμος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ωφέλιμος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
карысным, карыснай
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωφέλιμος
ωφέλιμος συνώνυμα, ωφέλιμοσ χώροσ, ωφέλιμος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ωφέλιμος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ωτακουστώ στα λευκορωσικά - падслухоўваць, падслухоўваць чужыя размовы, падслухоўваць каля дзвярэй, падслухаем, каб падслухаць
- ωφέλεια στα λευκορωσικά - ўтыліта, утыліта, прылада, інструмэнт
- ωφελώ στα λευκορωσικά - ofelo
- ωχρός στα λευκορωσικά - балючы, хваравіты, балючае, хваравітае, хваравітага
Τυχαίες λέξεις
Ωφέλιμος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: карысным, карыснай
Μεταφράσεις: карысным, карыснай