Ωφέλιμος στα σουηδικά

Μετάφραση: ωφέλιμος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nyttig, användbar, användbart, användbara, nytta, en användbar
Ωφέλιμος στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωφέλιμος

ωφέλιμος συνώνυμα, ωφέλιμοσ χώροσ, ωφέλιμος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ωφέλιμος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ωτακουστώ στα σουηδικά - höra, overhear, avlyssna, råka få höra, få höra
  • ωφέλεια στα σουηδικά - förmån, vinning, gagn, vinst, behållning, användbarhet, verktyg, ...
  • ωφελώ στα σουηδικά - nytta, ofelo
  • ωχρός στα σουηδικά - sälg, sallow, glåmig, gulblek
Τυχαίες λέξεις
Ωφέλιμος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: nyttig, användbar, användbart, användbara, nytta, en användbar