Ωφέλιμος στα ρουμανικά
Μετάφραση: ωφέλιμος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
util, utile, utilă, folositoare, utili
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωφέλιμος
ωφέλιμος συνώνυμα, ωφέλιμοσ χώροσ, ωφέλιμος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ωφέλιμος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ωτακουστώ στα ρουμανικά - surprinde, auzi, auzit, aud, audă
- ωφέλεια στα ρουμανικά - beneficiu, profit, profita, utilitate, utilitar, de utilitate, utilitatea, ...
- ωφελώ στα ρουμανικά - ofelo
- ωχρός στα ρουμανικά - salcie, palid, palidă, sallow, lemn de salcie
Τυχαίες λέξεις
Ωφέλιμος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: util, utile, utilă, folositoare, utili
Μεταφράσεις: util, utile, utilă, folositoare, utili