Έξη στα λιθουανικά
Μετάφραση: έξη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įpratimas, įprotis, šeši, šešių, šešis, šešerių, šešios
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έξη
έξι ορισμος, έξη ετυμολογία, έξη συνωνυμο, καθ έξη, εξι λεξικο, έξη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, έξη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- έξαλλος στα λιθουανικά - pasiutęs, įsiutęs, įsiutę, įniršęs, įtūžęs
- έξαρση στα λιθουανικά - pakili nuotaika, Podniecenie, Entuziazmo, pakilimas, Dūma
- έξι στα λιθουανικά - šeši, šešių, šešis, šešerių, šešios
- έξοδα στα λιθουανικά - išlaidos, išlaidas, sąnaudos, išlaidų
Τυχαίες λέξεις
Έξη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: įpratimas, įprotis, šeši, šešių, šešis, šešerių, šešios
Μεταφράσεις: įpratimas, įprotis, šeši, šešių, šešis, šešerių, šešios