Ασάφεια στα λιθουανικά

Μετάφραση: ασάφεια, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
neapibrėžtumas, neaiškumas, neapibrėžtumo, neapibrėžtumu, pernelyg neapibrėžti
Ασάφεια στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασάφεια

γεωμετρική ασάφεια, εποικοδομητική ασάφεια, ασάφεια συνώνυμο, ασάφεια english, ασάφεια ορισμός, ασάφεια λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ασάφεια στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αρωγή στα λιθουανικά - reljefas, pagalbininkas, pagalba, padėjėjas, asistentas, pagelbėti, padėti, ...
  • αρωματικός στα λιθουανικά - aromatingas, aromatinis, aromatinių, aromatiniai, aromatinė
  • ασέβεια στα λιθουανικά - bedievystė, Nepaisoma, Irreverence, Necieņa, Jei nepaisoma
  • ασήμαντος στα λιθουανικά - paauglys, vaikas, nepilnametis, nereikšmingas, nereikšmingi, nereikšminga, nežymus, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασάφεια στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: neapibrėžtumas, neaiškumas, neapibrėžtumo, neapibrėžtumu, pernelyg neapibrėžti