Ασάφεια στα σουηδικά

Μετάφραση: ασάφεια, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vaghet, otydlighet, vaga, oklarhet, vagheten
Ασάφεια στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασάφεια

γεωμετρική ασάφεια, εποικοδομητική ασάφεια, ασάφεια συνώνυμο, ασάφεια english, ασάφεια ορισμός, ασάφεια λεξικό γλώσσας σουηδικά, ασάφεια στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αρωγή στα σουηδικά - medhjälpare, biträde, assistans, understöd, bistå, hjälpa, hjälp, ...
  • αρωματικός στα σουηδικά - aromatisk, aromatiska, aromatiskt
  • ασέβεια στα σουηδικά - irreverence, vanvördnaden, vanvördnad, irreverence för, för irreverence
  • ασήμαντος στα σουηδικά - banal, ringa, obetydlig, obetydliga, obetydligt, oväsentlig
Τυχαίες λέξεις
Ασάφεια στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: vaghet, otydlighet, vaga, oklarhet, vagheten