Βυθοκόρος στα λιθουανικά
Μετάφραση: βυθοκόρος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žemsiurbė, dredger, Žemsiurbės, žemkasių
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βυθοκόρος
η βυθοκόρος, βυθοκόρος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, βυθοκόρος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- βυθίζομαι στα λιθουανικά - kriauklė, kriaukle, grimzdimo, kriauklės, sink
- βυθίζω στα λιθουανικά - kriauklė, kriaukle, grimzdimo, kriauklės, sink
- βυθομέτρηση στα λιθουανικά - skambus, skamba, skambėjo, zondavimo, skambantis
- βυρσοδεψώ στα λιθουανικά - odininkas, odadirbys, odžius
Τυχαίες λέξεις
Βυθοκόρος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: žemsiurbė, dredger, Žemsiurbės, žemkasių
Μεταφράσεις: žemsiurbė, dredger, Žemsiurbės, žemkasių