Διάβημα στα λιθουανικά
Μετάφραση: διάβημα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pakopa, žingsnis, priemonė, laiptelis, veiksmas, atstovavimas, atstovavimo, atstovavimą, vaizdas, atstovybė
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάβημα
διάβημα εφημερίδα, διάβημα wiki, διάβημα σημασία, διάβημα συνώνυμα, διάβημα λεξικό, διάβημα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διάβημα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διάβαση στα λιθουανικά - sankryža, kirtimo, kirtimas, kirtimą, perėja
- διάβασμα στα λιθουανικά - skaitymas, svarstymas, svarstymo, literatūra, skaitymo
- διάβολος στα λιθουανικά - velnias, Devil, velnio, velnią, velniu
- διάβρωση στα λιθουανικά - korozija, korozijos, korozijai, nuo korozijos, ėsdinimas
Τυχαίες λέξεις
Διάβημα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pakopa, žingsnis, priemonė, laiptelis, veiksmas, atstovavimas, atstovavimo, atstovavimą, vaizdas, atstovybė
Μεταφράσεις: pakopa, žingsnis, priemonė, laiptelis, veiksmas, atstovavimas, atstovavimo, atstovavimą, vaizdas, atstovybė