Διακόπτης στα λιθουανικά
Μετάφραση: διακόπτης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
jungiklis, jungiklį, jungiklio, pereiti, jungikliu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακόπτης
διακόπτης ρεύματος με τηλεχειριστήριο, διακόπτης κομμυτατέρ, διακόπτης εξοικονόμησης ενέργειας, διακόπτης διαφυγής έντασης, διακόπτης dimmer, διακόπτης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διακόπτης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διακυβεύω στα λιθουανικά - rizika, pavojus, sėkmė, laimė, kuolas, akcijų, statymas, ...
- διακυμαίνομαι στα λιθουανικά - krosnis, viryklė, vertinti, svyruoti, svyruoja, svyruos, kisti, ...
- διακόπτω στα λιθουανικά - pertrauka, pauzė, pertraukti, nutraukti, nutraukia, nutraukite, trukdyti
- διακόρευση στα λιθουανικά - diakorefsi
Τυχαίες λέξεις
Διακόπτης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: jungiklis, jungiklį, jungiklio, pereiti, jungikliu
Μεταφράσεις: jungiklis, jungiklį, jungiklio, pereiti, jungikliu