Διαλογίζομαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: διαλογίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
spėlioti, spekuliuoti, spėja
Διαλογίζομαι στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαλογίζομαι

διαλογίζομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαλογίζομαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • διαλαλώ στα λιθουανικά - trimituoti, trimitavimas, Wydzierać, Trąbić, Trąbienie
  • διαλανθάνω στα λιθουανικά - Suvyta, užsilikusius, dideles, per dideles, įstrigčiau
  • διαλογισμός στα λιθουανικά - kontempliacija, apmąstymas, kontempliavimas, kontempliacijos, contemplation
  • διαλυτός στα λιθουανικά - tirpus, tirpsta, tirpi, tirpaus, tirpios
Τυχαίες λέξεις
Διαλογίζομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: spėlioti, spekuliuoti, spėja