Εκβιασμός στα λιθουανικά

Μετάφραση: εκβιασμός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
prievartavimas, turto prievartavimas, turto prievartavimu, turto prievartavimo, turto prievartavimą
Εκβιασμός στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκβιασμός

συναισθηματικόσ εκβιασμόσ, εκβιασμόσ ορισμόσ, εκβιασμόσ ποινικόσ κώδικασ, εκβιασμός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκβιασμός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εκατόν στα λιθουανικά - šimtas, šimtai, šimtus, šimtų, šimtą
  • εκβιάζω στα λιθουανικά - lupti, nupurtyti, apsiprasti, krėsti, iškrėsti, nugriauti
  • εκδήλωση στα λιθουανικά - apraiška, pasireiškimas, išraiška, manifestacija, apraiškas
  • εκδίδω στα λιθουανικά - redaguoti, taisyti, Edit, Keisti
Τυχαίες λέξεις
Εκβιασμός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: prievartavimas, turto prievartavimas, turto prievartavimu, turto prievartavimo, turto prievartavimą