Εκβιασμός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εκβιασμός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
extorsão, a extorsão, extorsões, de extorsão, extortion
Εκβιασμός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκβιασμός

συναισθηματικόσ εκβιασμόσ, εκβιασμόσ ορισμόσ, εκβιασμόσ ποινικόσ κώδικασ, εκβιασμός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκβιασμός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εκατόν στα πορτογαλικά - humilhar, acabrunhar, cem, centena, centenas, centenas de, cento
  • εκβιάζω στα πορτογαλικά - adaptar-se, chacoalhar, sacudir, shake down, extorquir
  • εκδήλωση στα πορτογαλικά - arremesso, por, manifestação, manifestações, a manifestação, manifestation
  • εκδίδω στα πορτογαλικά - edite, edimburgo, editar, edição, de edição, em Editar
Τυχαίες λέξεις
Εκβιασμός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: extorsão, a extorsão, extorsões, de extorsão, extortion