Εκβιασμός στα ουγγρικά

Μετάφραση: εκβιασμός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zsarolás, a zsarolás, védelmi pénz szedése, zsarolási, zsarolást
Εκβιασμός στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκβιασμός

συναισθηματικόσ εκβιασμόσ, εκβιασμόσ ορισμόσ, εκβιασμόσ ποινικόσ κώδικασ, εκβιασμός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εκβιασμός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εκατόν στα ουγγρικά - száz
  • εκβιάζω στα ουγγρικά - összeráz, beleszokik, leráz
  • εκδήλωση στα ουγγρικά - manifesztálódás, kiáradás, forrongás, megnyilatkozás, megnyilvánulása, megnyilvánulás, megnyilvánulását, ...
  • εκδίδω στα ουγγρικά - szerkesztés, Szerkeszt, a Szerkesztés, szerkesztése
Τυχαίες λέξεις
Εκβιασμός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: zsarolás, a zsarolás, védelmi pénz szedése, zsarolási, zsarolást