Εξορία στα λιθουανικά
Μετάφραση: εξορία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tremtinys, deportavimas, tremtis, ištrėmimas, ištremti, ištremtis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξορία
εξορία χούντα, εξορία αρχαία ελλάδα, εξορία του αδάμ, εξορία του θεμιστοκλή, εξορία ετυμολογία, εξορία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εξορία στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εξοπλίζω στα λιθουανικά - karieta, įtaisas, įrenginys, įlaidai, rig, stendas
- εξοπλισμός στα λιθουανικά - įrengimas, įranga, apginklavimas, įrengimai, įrangos, įrenginiai, technika
- εξορίζω στα λιθουανικά - tremtinys, deportavimas, pažeminti, nustumti, užsispyrusį, ištremti, nukreipti
- εξοργίζω στα λιθουανικά - erzinti, suerzinti, Zdenerwować, Kurstė, pykdyti
Τυχαίες λέξεις
Εξορία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tremtinys, deportavimas, tremtis, ištrėmimas, ištremti, ištremtis
Μεταφράσεις: tremtinys, deportavimas, tremtis, ištrėmimas, ištremti, ištremtis