Κάπαρη στα λιθουανικά
Μετάφραση: κάπαρη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kaparėliai, Kapariai, kaparėliais, Capers, kaparėlių
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάπαρη
κάπαρη σε άλμη, κάπαρη θησείο, κάπαρη θερμίδες, κάπαρη καλλιέργεια, κάπαρη φυτό, κάπαρη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κάπαρη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κάνω στα λιθουανικά - statyti, tikti, fasonas, modelis, gaminti, padaryti, daryti, ...
- κάπα στα λιθουανικά - ragas, pelerina, iškyšulys, Cape, kyšulys
- κάποιος στα λιθουανικά - žmogus, asmuo, kažkas, nors, kas, kas nors, tą
- κάποτε στα λιθουανικά - kažkada, kartais, kada, kada nors, sometime
Τυχαίες λέξεις
Κάπαρη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kaparėliai, Kapariai, kaparėliais, Capers, kaparėlių
Μεταφράσεις: kaparėliai, Kapariai, kaparėliais, Capers, kaparėlių