Καβουρδίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: καβουρδίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kepsnys, kepta, kepti, roast, kepsniai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβουρδίζω
καβουρδίζω αμύγδαλα, καβουρδίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καβουρδίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- καβγατζής στα λιθουανικά - skandalistas, triukšmadarys, Mąciwoda, Bisurman, Rozbijaka
- καβουράκι στα λιθουανικά - KAVOURAKIA
- καβουρντίζω στα λιθουανικά - kepti, keptas, skrudintos, skrudinta, skrudintų, skrudinti
- καβούκι στα λιθουανικά - nugalėti, apvalkalas, karkasas, kiautas, kriauklė, kevalas
Τυχαίες λέξεις
Καβουρδίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kepsnys, kepta, kepti, roast, kepsniai
Μεταφράσεις: kepsnys, kepta, kepti, roast, kepsniai