Κουρέας στα λιθουανικά
Μετάφραση: κουρέας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kirpėjas, Barber, kirpykla, kirpėjo, Barberio
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουρέας
κουρέας της σεβίλλης αναστασιάδης, κουρέας ανδρέας, κουρέας ονειροκρίτης, κουρέας της σεβίλλης κέρκυρα, κουρέας νικόλαος, κουρέας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κουρέας στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κουπόνι στα λιθουανικά - kuponas, atkarpa, atkarpos, kupono
- κουράζω στα λιθουανικά - maistas, kykas, tucker, Našķis, liemenėlės nėrinių įsiuvas
- κουρέλι στα λιθουανικά - skarmalas, skuduras, draiskalas, driskana, kietoji sluoksniuotoji klintis, brizgalas
- κουρασμένος στα λιθουανικά - pavargęs, pavargę, pavargau, pavargote, pavargo
Τυχαίες λέξεις
Κουρέας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kirpėjas, Barber, kirpykla, kirpėjo, Barberio
Μεταφράσεις: kirpėjas, Barber, kirpykla, kirpėjo, Barberio