Κράμπα στα λιθουανικά
Μετάφραση: κράμπα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
spazmas, mėšlungis, pilvo diegliai, konvulsija, sukabinti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κράμπα
κράμπα στο στομάχι στην εγκυμοσύνη, κράμπα στην κοιλιά, κράμπα στο σαγονι, κράμπα στο πόδι, κράμπα στα δάχτυλα του ποδιού, κράμπα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κράμπα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κράμα στα λιθουανικά - lydinys, metalas, Lengvojo lydinio, lydinio, lydinių, legiruotojo
- κράμβη στα λιθουανικά - rapsas, prievartavimas, išžaginimas, rapsų, rapsai
- κράνος στα λιθουανικά - šalmas, šalmo, šalmą, helmet, šalmai
- κράση στα λιθουανικά - konstitucija, konstituciją, sudarymas, sudėtis
Τυχαίες λέξεις
Κράμπα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: spazmas, mėšlungis, pilvo diegliai, konvulsija, sukabinti
Μεταφράσεις: spazmas, mėšlungis, pilvo diegliai, konvulsija, sukabinti