Κράμπα στα ουγγρικά

Μετάφραση: κράμπα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kapocsvas, satu, feszélyezett, nyomás, feszélyezettség, görcs, begörcsöl, görcsöt, befogóelem
Κράμπα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κράμπα

κράμπα στο στομάχι στην εγκυμοσύνη, κράμπα στην κοιλιά, κράμπα στο σαγονι, κράμπα στο πόδι, κράμπα στα δάχτυλα του ποδιού, κράμπα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κράμπα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κράμα στα ουγγρικά - ötvözet, ötvözött, könnyűfém, ötvözetből, ötvözetlen
  • κράμβη στα ουγγρικά - elrablás, törköly, repce, megerőszakolás, erőszak, nemi erőszak, nemi erőszakot
  • κράνος στα ουγγρικά - sisak, sisakot, sisakját, bukósisak, helmet
  • κράση στα ουγγρικά - alkotmány, alkotmányt, alkotmánya, alkotmányban, alkatot
Τυχαίες λέξεις
Κράμπα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kapocsvas, satu, feszélyezett, nyomás, feszélyezettség, görcs, begörcsöl, görcsöt, befogóelem