Κόλπος στα λιθουανικά
Μετάφραση: κόλπος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lojimas, įlanka, Bay, lauro, įlankos, įlankoje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόλπος
κόλπος γένοβας, κόλπος του μεξικού, κόλπος της γένοβας, κόλπος ναυαρίνου, κόλπος σημασία, κόλπος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κόλπος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κόλλημα στα λιθουανικά - klijavimas, klijavimui, klijavimo, priklijuojant, klijuojant
- κόλπο στα λιθουανικά - gudrybė, triukas, atlikti akrobatinius skrydžius, demonstruoti drąsą, demonstruoti vikrumą, akrobatinis skrydis
- κόμβος στα λιθουανικά - mazgas, mazgo, node, mazgų
- κόμης στα λιθουανικά - grafas, suskaičiuoti, Earl, Earl of
Τυχαίες λέξεις
Κόλπος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lojimas, įlanka, Bay, lauro, įlankos, įlankoje
Μεταφράσεις: lojimas, įlanka, Bay, lauro, įlankos, įlankoje