Λέξη: κόλπος

Σχετικές λέξεις: κόλπος

κόλπος γένοβας, κόλπος του μεξικού, κόλπος της γένοβας, κόλπος ναυαρίνου, κόλπος σημασία, κόλπος αγίου παύλου λίνδος, κόλπος ορισμός, κόλπος βεγγάλης, κόλπος του γέροντα, κόλπος φαλαίνης

Συνώνυμα: κόλπος

υδατοφράκτης, γαύγισμα, δάφνη, δόξα, ποδιά, αγκαλιά, γόνατα, χάσμα, λίμνη, λεκάνη, λεκανοπέδιο, κοίλωμα, άνοιγμα, κοιλότης της ρινός, κοιλότητα της ρινός, ημίτονο, τέχνασμα, απάτη, κατεργαριά, παιγνίδι, παιχνίδι, κολεός, μουνί

Μεταφράσεις: κόλπος

κόλπος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bay, gulf, vagina, sinus, atrium

κόλπος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bahía, abismo, bayo, golfo, despeñadero, la bahía, bahía de, bay, la bahía de

κόλπος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heulen, kluft, nische, einbuchtung, gestell, bellen, bucht, erker, Bucht, bay, Regal, Lorbeer

κόλπος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aboyer, abîme, tournoiement, précipice, abysse, glapir, remous, japper, aboiement, embrasure, tourbillon, golfe, gouffre, niche, clabauder, aboi, baie, Bay, la baie, baie de, laurier

κόλπος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gola, abisso, latrare, gorgo, abbaiare, golfo, seno, baia, baia di, bay, bada, alloro

κόλπος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
baías, precipício, fundão, golfo, vão, sorvedouro, baía, abismo, boqueirão, Bay, compartimento, louro, baia

κόλπος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
baai, nis, golf, kolk, inham, boezem, golfspel, kreek, afgrond, zeeboezem, bocht, Bay, de baai, baai van, de Baai van

κόλπος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бездна, залив, пролет, просвет, набережная, лавр, секция, губа, стойло, травить, прорва, лай, преследовать, пучина, пропасть, бухта, Bay, отсек, лавровый

κόλπος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
havbukt, bukt, kløft, vik, bay, bukten, bukta, fjorden

κόλπος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avgrund, svalg, vik, klyfta, golf, bukt, bay, bukten, viken, facket

κόλπος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
merenlahti, juopa, suuri malmikerros, säiliö, levennys, kuilu, lahti, osasto, uloke, meren lahti, laakso, Bay, lahden, lahdelle, lahdella

κόλπος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bugt, golf, bay, bugten, i bugt

κόλπος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
propast, zátoka, výklenek, štěkat, štěkání, vír, štěkot, záliv, Bay, zátoce, zálivu

κόλπος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
otchłań, zatrzymanie, stanowisko, szczekać, wysepka, ujadać, przęsło, topiel, zatoka, wnęka, wir, czeluść, ujadanie, gniadosz, szczekanie, zatoczka, gniady, laurowy, bay

κόλπος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
babér, oszlopköz, ablakfülke, tengeröböl, bemélyedés, peron, kiöblösödés, csarnokrész, hídlábköz, hídnyílás, támaszköz, öböl, Bay, öbölben, öbölre

κόλπος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uçurum, koy, körfez, defne, bay, bölmesi, yuvası

κόλπος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прірва, лавр, затока, труїти, переслідувати, ніша, пучина, поглинати, безодня, вир, гавкіт, секція, бухта

κόλπος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gji, gjirin, Gjiri, bay, gjirin e

κόλπος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
залив, Bay, Бей, залива, дафинов

κόλπος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бухта

κόλπος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
haukumine, lõhe, ruum, laht, neelukoht, Bay, lahe, lahes, lahele

κόλπος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
stativa, stalak, grupa, zaljev, uvale, okvir, odjeljak, Bay, uvala, uvali, uvalu

κόλπος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flói, Bay, skefjum, vík, stæði

κόλπος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
sinus

κόλπος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lojimas, įlanka, Bay, lauro, įlankos, įlankoje

κόλπος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
līcis, bērs, lauru, bay, līča

κόλπος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
залив, Bay, заливот, Беј, ловоров

κόλπος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
laur, golf, bay, golful, dafin, de dafin

κόλπος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
záliv, propast, bay, zaliv, zalivu, Ležišče, lovorjev

κόλπος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
záliv, Bay, zátoka, zálivu

Στατιστικά δημοτικότητας: κόλπος

Τυχαίες λέξεις