Κόλπος στα ουκρανικά

Μετάφραση: κόλπος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прірва, лавр, затока, труїти, переслідувати, ніша, пучина, поглинати, безодня, вир, гавкіт, секція, бухта
Κόλπος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόλπος

κόλπος γένοβας, κόλπος του μεξικού, κόλπος της γένοβας, κόλπος ναυαρίνου, κόλπος σημασία, κόλπος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κόλπος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κόλλημα στα ουκρανικά - паяння, склеювання, склеюванню
  • κόλπο στα ουκρανικά - слабкий, фокус, слабий, хитрість, хитрощі, омана, трюк
  • κόμβος στα ουκρανικά - банка, банку, карусель, пагорб, бугор, обхідний, алегоричний, ...
  • κόμης στα ουκρανικά - зчитати, нараховувати, рахівниці, вважати, графе, граф
Τυχαίες λέξεις
Κόλπος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: прірва, лавр, затока, труїти, переслідувати, ніша, пучина, поглинати, безодня, вир, гавкіт, секція, бухта