Μοιχεία στα λιθουανικά
Μετάφραση: μοιχεία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svetimavimas, neištikimybė, neištikimybę, svetimavimas įsigalėjo, svetimauja
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιχεία
μοιχεία ποινικό αδίκημα, μοιχεία και διαζύγιο, μοιχεία λεξικό, μοιχεία ορθοδοξία, μοιχεία ονειροκρίτης, μοιχεία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μοιχεία στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μοιρολογώ στα λιθουανικά - elegija, liūdėti, apverkti, apraudodama, opłakiwać, Apmokėti
- μοιρολόι στα λιθουανικά - laidotuvių giesmė, graudulinga melodija, Lament, Kapo giesmė, Pieśń pogrzebowa
- μοιχικός στα λιθουανικά - neištikima, svetimaujanti, Kaltumas į Neištikimybė, Cudzołożny, Pažeidžia sutuoktinių ištikimybė
- μοιχός στα λιθουανικά - svetimautojas, Cudzołożnik, abu svetimautojas, Pažeidžia sutuoktinių ištikimybė, Blogas vyras
Τυχαίες λέξεις
Μοιχεία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: svetimavimas, neištikimybė, neištikimybę, svetimavimas įsigalėjo, svetimauja
Μεταφράσεις: svetimavimas, neištikimybė, neištikimybę, svetimavimas įsigalėjo, svetimauja