Μοιχεία στα σουηδικά
Μετάφραση: μοιχεία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
äktenskapsbrott, hor, otrohet, äktenskaps
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιχεία
μοιχεία ποινικό αδίκημα, μοιχεία και διαζύγιο, μοιχεία λεξικό, μοιχεία ορθοδοξία, μοιχεία ονειροκρίτης, μοιχεία λεξικό γλώσσας σουηδικά, μοιχεία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μοιρολογώ στα σουηδικά - klagan, sörjer över, begråta, klaga över, gråta, beklaga
- μοιρολόι στα σουηδικά - dirge, sorgesång
- μοιχικός στα σουηδικά - utomäktenskaplig, trolöst, trolösa, otuktiga, otuktigt
- μοιχός στα σουηδικά - adulterer, äktenskapsbrytare, äktenskapsbrytaren, äktenskapsbryt, äktenskapsförbrytare
Τυχαίες λέξεις
Μοιχεία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: äktenskapsbrott, hor, otrohet, äktenskaps
Μεταφράσεις: äktenskapsbrott, hor, otrohet, äktenskaps