Ξαφρίζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: ξαφρίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nugriebti, grienė, nugraibstyti, nugriebimas, apsitraukti plonu sluoksniu
Ξαφρίζω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξαφρίζω

ξαφρίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ξαφρίζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ξαφνικά στα λιθουανικά - staiga, netikėtai, staigiai
  • ξαφνικός στα λιθουανικά - netikėtas, staigus, staiga, staigaus, staigi, staigios
  • ξεγελώ στα λιθουανικά - gudrybė, pergudrauti, Przechytrzyć
  • ξεγυμνώνω στα λιθουανικά - juostelės, juostelių, atimti, nusirenginėti, apiplėšti
Τυχαίες λέξεις
Ξαφρίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nugriebti, grienė, nugraibstyti, nugriebimas, apsitraukti plonu sluoksniu