Οριακός στα λιθουανικά
Μετάφραση: οριακός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
siena, ribinis, nežymus, nedidelis, ribinė, ribinio
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οριακός
οριακός κύκλος, οριακόσ λόγοσ τεχνικήσ υποκατάστασησ, οριακόσ λόγοσ μετασχηματισμού, οριακόσ ασθενήσ, οριακός λόγος υποκατάστασης μεταξύ δύο αγαθών, οριακός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οριακός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ορθώνομαι στα λιθουανικά - geras, gera, gerai, geros, gerą
- ορθώνω στα λιθουανικά - geras, gera, gerai, geros, gerą
- οριζόντιος στα λιθουανικά - horizontalus, horizontali, horizontaliai, horizontalaus, horizontalios
- οριοθετώ στα λιθουανικά - atriboti, apibrėžti, patikslinti, atskirti, atskiria
Τυχαίες λέξεις
Οριακός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: siena, ribinis, nežymus, nedidelis, ribinė, ribinio
Μεταφράσεις: siena, ribinis, nežymus, nedidelis, ribinė, ribinio