Οριακός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: οριακός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
граница, маргинален, пределен, пределната, пределното, пределния
Οριακός στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οριακός

οριακός κύκλος, οριακόσ λόγοσ τεχνικήσ υποκατάστασησ, οριακόσ λόγοσ μετασχηματισμού, οριακόσ ασθενήσ, οριακός λόγος υποκατάστασης μεταξύ δύο αγαθών, οριακός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, οριακός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ορθώνομαι στα βουλγαρικά - възниквам, добър, добро, добре, добра, добри
  • ορθώνω στα βουλγαρικά - добър, добро, добре, добра, добри
  • οριζόντιος στα βουλγαρικά - хоризонтален, хоризонтална, хоризонтално, хоризонталната, хоризонтални
  • οριοθετώ στα βουλγαρικά - разграничавам, очертаят, се разграничи, очертават границите, определи границите
Τυχαίες λέξεις
Οριακός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: граница, маргинален, пределен, пределната, пределното, пределния