Οριακός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: οριακός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
marginal, marginais
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οριακός
οριακός κύκλος, οριακόσ λόγοσ τεχνικήσ υποκατάστασησ, οριακόσ λόγοσ μετασχηματισμού, οριακόσ ασθενήσ, οριακός λόγος υποκατάστασης μεταξύ δύο αγαθών, οριακός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, οριακός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ορθώνομαι στα πορτογαλικά - amadurecer, encher, levantar, ascensão, subir, aumentar, erguer-se, ...
- ορθώνω στα πορτογαλικά - erigir, eliminador, bom, bem, boa, boas, bons
- οριζόντιος στα πορτογαλικά - horizontal, horizontais
- οριοθετώ στα πορτογαλικά - divisar, delicioso, delimitar, delimitam, delimitação, circunscrever, delimite
Τυχαίες λέξεις
Οριακός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: marginal, marginais
Μεταφράσεις: marginal, marginais