Παράτολμος στα λιθουανικά
Μετάφραση: παράτολμος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
azartiškas, drąsus, avantiūrinis, Awanturniczy, Hazardowy
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράτολμος
παράτολμος ορισμός, παράτολμος συνώνυμα, παράτολμος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παράτολμος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παράσιτο στα λιθουανικά - parazitas, parazitų, parazitai, parazito
- παράσταση στα λιθουανικά - darbas, eksploatacija, spektaklis, veiklos, veikimas, charakteristikos, našumo
- παράφορος στα λιθουανικά - smarkus, madding
- παρέα στα λιθουανικά - įmonė, kompanija, partija, draugija, bendrovė, draugavimas, companionship, ...
Τυχαίες λέξεις
Παράτολμος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: azartiškas, drąsus, avantiūrinis, Awanturniczy, Hazardowy
Μεταφράσεις: azartiškas, drąsus, avantiūrinis, Awanturniczy, Hazardowy