Παράτολμος στα ολλανδικά

Μετάφραση: παράτολμος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
uitslag, ondernemend, avontuurlijk, gewaagde, gewaagd, venturesome
Παράτολμος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παράτολμος

παράτολμος ορισμός, παράτολμος συνώνυμα, παράτολμος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παράτολμος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • παράσιτο στα ολλανδικά - klaploper, woekerplant, parasiet, parasieten, parasitaire, de parasiet
  • παράσταση στα ολλανδικά - aanbieden, bewijzen, terechtstelling, tentoonspreiden, staven, tonen, manifesteren, ...
  • παράφορος στα ολλανδικά - madding, drukke
  • παρέα στα ολλανδικά - handelshuis, firma, leden, stem, gezelschap, vennootschap, aanhang, ...
Τυχαίες λέξεις
Παράτολμος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: uitslag, ondernemend, avontuurlijk, gewaagde, gewaagd, venturesome