Παχύσαρκος στα λιθουανικά
Μετάφραση: παχύσαρκος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
riebus, apkūnus, nutukęs, nutukę, nutukusių, yra nutukę, nutukusiais
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παχύσαρκος
παχύσαρκος υπέρβαρος, είμαι παχύσαρκος, παχύσαρκος παρθένος έστειλε τη φίλη του στο νοσοκομείο, παχύσαρκος γάτος, παχύσαρκος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παχύσαρκος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παχουλός στα λιθουανικά - išsipūtęs, putlus, Chubby, Pucołowaty, Pyzaty
- παχυσαρκία στα λιθουανικά - nutukimas, nutukimu, Nutukimo, nutukimą, su nutukimu
- παύση στα λιθουανικά - pauzė, pertrauka, pristabdyti, pauzės, pauzę
- παύω στα λιθουανικά - baigti, nustoti, nutraukimo, nustoja, nutraukimas, baigtis
Τυχαίες λέξεις
Παχύσαρκος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: riebus, apkūnus, nutukęs, nutukę, nutukusių, yra nutukę, nutukusiais
Μεταφράσεις: riebus, apkūnus, nutukęs, nutukę, nutukusių, yra nutukę, nutukusiais