Παχύσαρκος στα ρουμανικά

Μετάφραση: παχύσαρκος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
corpolent, obez, obezi, obeze, obezitate
Παχύσαρκος στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παχύσαρκος

παχύσαρκος υπέρβαρος, είμαι παχύσαρκος, παχύσαρκος παρθένος έστειλε τη φίλη του στο νοσοκομείο, παχύσαρκος γάτος, παχύσαρκος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, παχύσαρκος στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • παχουλός στα ρουμανικά - dolofan, dolofan de, chubby, grăsuț
  • παχυσαρκία στα ρουμανικά - obezitate, Obezitatea, obezitatii, a obezitatii, de obezitate
  • παύση στα ρουμανικά - antract, pauză, pauza, pauzei, pauză de, de pauză
  • παύω στα ρουμανικά - încetare, încetează, de încetare, încetare a, incetare
Τυχαίες λέξεις
Παχύσαρκος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: corpolent, obez, obezi, obeze, obezitate