Παχύσαρκος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: παχύσαρκος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
obeso, gordo, obesos, obesas, obesidade, obesa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παχύσαρκος
παχύσαρκος υπέρβαρος, είμαι παχύσαρκος, παχύσαρκος παρθένος έστειλε τη φίλη του στο νοσοκομείο, παχύσαρκος γάτος, παχύσαρκος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παχύσαρκος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- παχουλός στα πορτογαλικά - bochechudo, gordo, chubby, carnudo, gordinho
- παχυσαρκία στα πορτογαλικά - obesidade, A obesidade, obesity, de obesidade, da obesidade
- παύση στα πορτογαλικά - pausar, espera, pausa, padrão, suspensão, de pausa, pause, ...
- παύω στα πορτογαλικά - cesse, cessar, de cessar, deixam, deixem, deixarem
Τυχαίες λέξεις
Παχύσαρκος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: obeso, gordo, obesos, obesas, obesidade, obesa
Μεταφράσεις: obeso, gordo, obesos, obesas, obesidade, obesa