Πιτσιρίκος στα λιθουανικά
Μετάφραση: πιτσιρίκος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paauglys, nepilnametis, vaikas, vaikėzas, nipper, gnaibytojas, Degunkniebis, kandikas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτσιρίκος
πιτσιρίκοσ μουρούτησ, πιτσιρίκος ποιος είναι, πιτσιρίκος τατσόπουλος, πιτσιρίκος blog, πιτσιρίκος με bmx παίζει κορώνα γράμματα τη ζωή του, πιτσιρίκος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πιτσιρίκος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πιτσιλάω στα λιθουανικά - šlakelis, dribčioti, išmarginti lopais, ištėkšti, aptėkšti
- πιτσιλίζω στα λιθουανικά - purslai, taškymas, drabstymas, išdrabstyti, apdrėbti
- πιτσούνι στα λιθουανικά - neapsiplunksnavęs, beplunksnis, kresnas, drimba, minkšta pagalvėlė
- πλάγιος στα λιθουανικά - įstrižas, nuožulnus, įžambus, įstrižinis, pakrypęs
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιρίκος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: paauglys, nepilnametis, vaikas, vaikėzas, nipper, gnaibytojas, Degunkniebis, kandikas
Μεταφράσεις: paauglys, nepilnametis, vaikas, vaikėzas, nipper, gnaibytojas, Degunkniebis, kandikas