Πιτσιρίκος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πιτσιρίκος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
garoto, criança, miúdo, infância, pontapé, chutar, cabrito, jovem, alicate, nipper, pinça, pinça da, garra
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτσιρίκος
πιτσιρίκοσ μουρούτησ, πιτσιρίκος ποιος είναι, πιτσιρίκος τατσόπουλος, πιτσιρίκος blog, πιτσιρίκος με bmx παίζει κορώνα γράμματα τη ζωή του, πιτσιρίκος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πιτσιρίκος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πιτσιλάω στα πορτογαλικά - cuspo, respingo, salpico, respingo da, inicial, do respingo
- πιτσιλίζω στα πορτογαλικά - respingo, cuspo, borrifo, spatter, respingos, respingos de, de respingos
- πιτσούνι στα πορτογαλικά - gorducho, borracho, almofada, coxim, otomana
- πλάγιος στα πορτογαλικά - oblíqua, enviesado, oblíquo, oblique, oblíquos, oblíquas
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιρίκος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: garoto, criança, miúdo, infância, pontapé, chutar, cabrito, jovem, alicate, nipper, pinça, pinça da, garra
Μεταφράσεις: garoto, criança, miúdo, infância, pontapé, chutar, cabrito, jovem, alicate, nipper, pinça, pinça da, garra