Πιτσιρίκος στα τούρκικα
Μετάφραση: πιτσιρίκος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çocuk, kıskaç, nipper, tokatlama, tokatlama donanımı, kıstırıcı çenenin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτσιρίκος
πιτσιρίκοσ μουρούτησ, πιτσιρίκος ποιος είναι, πιτσιρίκος τατσόπουλος, πιτσιρίκος blog, πιτσιρίκος με bmx παίζει κορώνα γράμματα τη ζωή του, πιτσιρίκος λεξικό γλώσσας τούρκικα, πιτσιρίκος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πιτσιλάω στα τούρκικα - sıçrama, sıçrama ile, Splash, açılış
- πιτσιλίζω στα τούρκικα - kirletmek, sıçramasız, sıçratmak, sıçramak, sağanak
- πιτσούνι στα τούρκικα - minder, squab, kıymalı, güvercin yavrusu
- πλάγιος στα τούρκικα - eğik, dolaylı, oblik, oblique, eğik bir, verev
Τυχαίες λέξεις
Πιτσιρίκος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çocuk, kıskaç, nipper, tokatlama, tokatlama donanımı, kıstırıcı çenenin
Μεταφράσεις: çocuk, kıskaç, nipper, tokatlama, tokatlama donanımı, kıstırıcı çenenin