Πνίγω στα λιθουανικά

Μετάφραση: πνίγω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
uždusinti, storai padengti, rusenančios anglys, užslopinti, nuslopinti
Πνίγω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πνίγω

πνίγω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πνίγω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πλύσιμο στα λιθουανικά - skalbimas, skalbimo, plovimo, plovimas, skalbyklė
  • πνίγομαι στα λιθουανικά - uždusti, uždusinti, slopti, dusinti, dusti
  • πνευματικά στα λιθουανικά - Autorinės teisės, Visos teisės saugomos, teisės, Visos teisės, Copyright
  • πνευματικός στα λιθουανικά - dvasinis, dvasinė, dvasinio, dvasinės, dvasinę
Τυχαίες λέξεις
Πνίγω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: uždusinti, storai padengti, rusenančios anglys, užslopinti, nuslopinti